Asphyx – The Brutal Way!

You are currently viewing Asphyx – The Brutal Way!

Οι ASPHYX έχουν γράψει τεράστια ιστορία στη σκηνή του Death Metal, καλλιεργώντας τον ακραίο ήχο από το 1987! Το τελευταίο τους άλμπουμ «Necroceros» είχε παγκόσμια απήχηση ενώ, αυτή την περίοδο, το συγκρότημα δίνει συναυλίες στην Ευρώπη! Το THEGALLERY.GR είχε την τιμή να συνομιλήσει με τον μπροστάρη του συγκροτήματος, Martin Van Drunen! Σ’ αυτή την κουβέντα ειπώθηκαν λεπτομέρειες για την τελευταία κυκλοφορία των ASPHYX, παλιές ιστορίες από το «την κρύπτη» του Drunen, αναμνήσεις από το πρόσφατο live του συγκροτήματος στην Αθήνα, όπως και πολλά ακόμη. Διαβάστε περισσότερα στη συνέντευξη που ακολουθεί….


Γεια σου Martin! Ευχαριστώ για την παρουσία σου στο THEGALLERY.GR. Ας ξεκινήσουμε με τις ερωτήσεις… Αρχικά, θα σε ρωτήσω για την εποχή που ξεκίνησες να ακούς Μetal μουσική. Πότε κατάλαβες πως ήθελες να τραγουδήσεις Death Metal και πότε άρχισες να παίζεις κάποιο μουσικό όργανο;

Martin Van Drunen: Δεν ήθελα να τραγουδήσω Death Metal συγκεκριμένα. Ούτε καν Metal. Ξεκίνησα με hard rock. Ήμουν πολύ μικρός, περίπου 7 ή 8 χρόνων όταν είδα τους KISS στην τηλεόραση, σε μια εκπομπή στην Ολλανδία, η οποία έγινε πολύ δημοφιλής με τις ντίσκο επιτυχίες τους. Ενθουσιάστηκα με το σόου και τον θόρυβο. Πρώτα, κόλλησα με τους KISS. Αργότερα, μεγαλώνοντας, ανακαλύπτεις πολλά άλλα πράγματα. Θες να δοκιμάσεις να ακούσεις διάφορα πράγματα, όπως επιτυχίες των AC/DC, των VAN HALEN και αργότερα πιο σκληρά πράγματα, όπως JUDAS PRIEST, MOTORHEAD, VENOM. Δεν είχα ποτέ την πρόθεση να γίνω τραγουδιστής, ήταν καθαρή σύμπτωση.

Ήθελες να γίνεις μπασίστας;

Martin Van Drunen: Όχι, καθόλου! Ήμουν μεγάλος θαυμαστής του Ace (σ.σ. Frehley) των KISS. Τον έβλεπα με την κιθάρα του, αλλά αυτό δεν σήμαινε ότι ήθελα να παίξω κιθάρα. Ξεκίνησα το μπάσο αφότου είχα ήδη αρχίσει να τραγουδάω.

Τα φωνητικά σου και η χροιά της φωνής σου είναι μοναδικά και άμεσα αναγνωρίσιμα, όμως παίζεις και πολύ καλό μπάσο.

Martin Van Drunen: Ευτυχώς, δεν μπορείς να προβλέψεις τι σε περιμένει στη ζωή σου. Για μένα, είναι απλώς μια κατάσταση.

Φυσικά! Νομίζω ότι η κατανόηση του εαυτού μας και η ιδέα του τι θέλουμε να κάνουμε στη ζωή μας, έρχεται σταδιακά.

Martin Van Drunen: Ναι! Στην πραγματικότητα, όταν ήμουν δεκαέξι, δεν ήξερα τι θα ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Δεν είχα σχέδια για το τι ακριβώς ήθελα να γίνω. Αφού δοκίμασα κάποιες σχολές, δεν μου ταίριαζε αυτό, οπότε τα παράτησα. Και μετά, ξαφνικά, έγινα ο τραγουδιστής των PESTILENCE!

Ποια ήταν η μεγαλύτερη έμπνευσή σου ως μουσικός όταν ξεκίνησες το δικό σου θρυλικό μονοπάτι στα τέλη της δεκαετίας του ’80; Υπάρχει κάποιο γκρουπ στο οποίο συμμετείχες ή κάποιος μουσικός που να επηρέασε πολύ τη μουσική σου εξέλιξη;

Martin Van Drunen: Τα δύο κύρια γκρουπ που με επηρέασαν πραγματικά ήταν οι MOTORHEAD και οι VENOM, αν και δεν ανήκουν στον χώρο του Death Metal. Ήταν ακραίοι. Ο Lemmy ήταν ο πρώτος που βρέθηκε σε συγκρότημα χωρίς να έχει μελωδική φωνή και παρ’ όλα αυτά ήταν κουλ. Οι VENOM, βασικά, ήταν ακραίοι MOTORHEAD. Νομίζω πως γενικά αυτά τα δύο ήταν τα ακραία συγκροτήματα που έθεσαν τις βάσεις ακόμη και για το Death Metal. Μετά, όλοι ήθελαν να παίζουν πιο δυνατά, πιο γρήγορα. Μου άρεσαν πολύ οι VENOM στις συναυλίες τους. Είχαν φανταστικό σόου με φλόγες και διάφορα άλλα. Και γελούσαν στη σκηνή, ήταν και πολύ αστείο. Το κράτησα αυτό…

Όμορφα! Έχεις συμμετάσχει σε τόσα συγκροτήματα. Ξεκινάμε με τους ASPHYX. Πώς προέκυψε το όνομα «ASPHYX»; Είμαι σίγουρος ότι ξέρεις πως πρόκεται για ελληνική λέξη. Το όνομα του συγκροτήματος προέρχεται από τον ορισμό της λέξης ή από κάποια έμπνευση, όπως την κλασσική ταινία τρόμου «Asphyx, The Spirit Of The Dead»;

Martin Van Drunen: Όχι, δεν ήταν από την ταινία…η οποία δεν ήταν και καλή! Νομίζω πως αν τα άλλα μέλη της μπάντας γνώριζαν για την ταινία, δεν θα επέλεγαν το όνομα ASPHYX. Είναι απλώς η σύντομη ονομασία του Asphyxiation (ασφυξία). Υπήρχε ήδη κάτι που λεγόταν Asphyxia, κάποιο βελγικό σπίτι. Και νομίζω πως ήταν ο Tony που έφτιαξε ένα λογότυπο, το οποίο εξακολουθεί ακόμα να είναι πολύ πιασάρικο. Και για τους οπαδούς των ASPHYX είναι εύκολο να αντιγράψουν το λογότυπο. Ξέρεις, παλιά ζωγραφίζαμε τα λογότυπα των αγαπημένων μας συγκροτημάτων στο θρανίο μας, στις σχολικές τσάντες κ.λπ. Στις μέρες μας, γίνεται αντιγραφή από το διαδίκτυο, είναι εύκολο πια.

Οι καιροί άλλαξαν, είναι γεγονός… Έχουν περάσει ήδη δύο χρόνια από την κυκλοφορία του φοβερού δίσκου σας «Necroceros». Ακούγοντάς το τώρα, θα άλλαζες κάτι αν είχες την ευκαιρία ή είσαι απόλυτα ικανοποιημένος απο το τελικό αποτέλεσμα;

Read THEGALLERY.GR’s review concerning “Necroceros” album by clicking HERE or clicking on the album’s cover.

Martin Van Drunen: Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος. Νομίζω πως κάθε συγκρότημα θα πει ότι «το τελευταίο άλμπουμ του είναι και το καλύτερό του». Θα ήταν ανοησία να μην πεις κάτι τέτοιο. Στην περίπτωσή μας όμως, ισχύει όντως αυτό! Αν το συγκρίνω με όλα τα πράγματα που έχουμε κάνει στο παρελθόν, είναι πραγματικά τεράστιο άλμπουμ, όσον αφορά τον ήχο του. Υπάρχει ποικιλία σε τραγούδια, γρήγορα, αργά, με γρήγορο τέμπο κ.λ.π. Δεν θέλω να αλλάξω τίποτα. Για μένα, ίσως στο τραγούδι «Mount Skull», θα έπρεπε να είχα λιγότερα φωνητικά ή να αφήσω το riff να παίξει λίγο περισσότερο, γιατί είναι εκπληκτικό. Αλλά αυτό είναι κάτι μικρό, απλά για μένα.

Κάτι ακόμα γι’αυτό το άλμπουμ… Γράφτηκε μέσα στην πανδημία. Ποια ήταν η διαδικασία ηχογράφησης και σύνθεσης τραγουδιών κατά τη διάρκεια της πανδημίας και πόσο σάς επηρέασε η όλη αυτή κατάσταση;

Martin Van Drunen:

Γράψαμε ένα επιπλέον τραγούδι με στίχους για τον κοροναϊό, ούτε που θυμάμαι τον τίτλο πια..! Είχαμε συνέχεια συναυλίες και δεν βρίσκαμε χρόνο για να γράψουμε το άλμπουμ. Έτσι, εκμεταλλευτήκαμε την πανδημία για να το τελειώσουμε πιο εύκολα. Δεν είχαμε τίποτα άλλο να κάνουμε. Θυμάμαι ότι στην Ολλανδία είχαμε πλήρες lockdown και για μένα αυτός ήταν ο τέλειος τρόπος να ξεκινήσω και να ολοκληρώσω τους στίχους. Κανείς δεν σε ενοχλούσε, καθώς δεν μπορούσες ούτε καν να βγεις έξω.
Αναφορικά με την σύνθεση τραγουδιών, ήταν μια ιδανική κατάσταση, όσο κι αν ακούγεται περίεργα αυτό… Δεν μπορούσαμε να πάμε στο στούντιο, οπότε έπρεπε να αυτοσχεδιάσουμε λίγο σπίτι. Ως μουσικός, ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να κάνεις είναι να  αυτοσχεδιάζεις…

– Σωστά! Ποιο είναι το μυστικό σας, ώστε μετά από τόσα χρόνια και τόσες κυκλοφορίες, κάθε καινούργιο σας άλμπουμ ακούγεται φρέσκο και ταυτόχρονα «ωμό»; Υπάρχει κάποια φόρμουλα, κάτι που σας κάνει όλους να ακούγεστε έτσι; Έχετε ακόμα τις ίδιες αρχές, με τις οποίες ξεκινήσατε; Δεν σταματάει πουθενά η πολεμική μηχανή με το όνομα ASPHYX;

Martin Van Drunen: Η δική μας φόρμουλα είναι να ακολουθούμε την καρδιά και την ψυχή μας. Είμαστε ακόμα τέσσερα αδέρφια που ακούμε Metal και στην προσωπική ζωή μας. Ίσως όχι όλη την ώρα, αλλά αυτό είναι που υπάρχει μέσα μας και, βασικά, αυτό για το οποίο είμαστε εδώ. Αν ο Paul έρθει με νέα κιθαριστικά riff που ξέρει ότι είναι αρκετά δυνατά, μας αφήνει να τα ακούσουμε και του λέμε τη γνώμη μας – είναι φανταστικά, δεν είναι πολύ καλά, κ.λπ. Κάποια στιγμή στο παρελθόν, όλοι έχουμε απογοητευτεί από τις μπάντες που ακούγαμε, γιατί κυκλοφόρησαν ένα άλμπουμ που δεν περιμέναμε. Οπότε, ξέρουμε πώς είναι Ξέρουμε τι περιμένουν από εμάς οι οπαδοί μας και δεν θα τους απογοητεύσουμε ποτέ. Αυτό είναι κάτι που μας κρατά φρέσκους, με κάθε άλμπουμ να αποτελεί μια νέα πρόκληση. Ο καθένας μας έχει κάτι που θα άλλαζε, κάτι μικρό, όπως με ρώτησες πριν για το άλμπουμ «Necroceros». Κάτι που πρέπει να βελτιωθεί. Αυτό σε κρατά συγκεντρωμένο. Μπορούμε ακόμα να βελτιωθούμε και αυτό είναι που στοχεύουμε πάντα!

Όπως είπες προηγουμένως, αυτό είναι το νόημα του να είσαι καλλιτέχνης…να βελτιώνεσαι συνεχώς!

Martin Van Drunen: Ναι, μπορείς να το συγκρίνεις με κάποιον που κάνει πρωταθλητισμό. Θελει πάντα να βελτιώνει την επίδοσή του. Όταν βγαίνουμε στη σκηνή, λέμε ο ένας στον άλλον «καλή τύχη» και ελπίζουμε για το καλύτερο. Αυτή είναι η νοοτροπία μας!

Τέλεια! Ας προχωρήσουμε στο άλμπουμ «Last One On Earth» των ASPHYX. Ένα εμβληματικό άλμπουμ, όχι μόνο για το συγκρότημα αλλά και για την παλιά σκηνή του Death Metal. Θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας κάποιες ιδιαίτερες ιστορίες από εκείνη την περίοδο και γενικά από εκείνες τις ημέρες;

Martin Van Drunen: Υπάρχουν τόσες πολλές ιστορίες! Μου έρχεται τώρα μια αστεία ιστορία από τότε. Ήταν λίγο μετά το «The Rack» ή το EP «Crush the Cenotaph», δεν είμαι σίγουρος. Ήμασταν σε περιοδεία με τους ENTOMBED, είχαν κυκλοφορήσει το «Left Hand Path» και ήταν πραγματικά μια υπέροχη περίοδος. Καταρχας ήμασταν όλοι φίλοι, παρότι νέοι σε ηλικία. Παίζαμε σε όλη την Ευρώπη για δύο εβδομάδες. Οι περισσότερες συναυλίες ήταν στη Γερμανία. Κάθε βράδυ παίζαμε μπροστά σε χίλια άτομα, σήμερα δεν μπορώ να το φανταστώ αυτό. Έπρεπε, λοιπόν, να αποχαιρετιστούμε μετά από τόσες συναυλίες σε αυτές τις εβδομάδες και πραγματικά ξεσαλώσαμε μετά το τελευταίο σόου. Την επόμενη μέρα, έπρεπε να αφήσουμε το λεωφορείο και είχαμε ήδη πάει τους ENTOMBED στο αεροδρόμιο. Ο Eric (σ.σ. κιθαρίστας) είχε αφήσει το μπουφάν του στο λεωφορείο και ήθελε να το πάρει. Το μπουφάν ήταν γεμάτο εμετούς επειδή ένας από τους ENTOMBED, ίσως ο Alex, ήταν τόσο μεθυσμένος που έκανε εμετό επάνω στο μπουφάν! Ήταν ένας αστείος τρόπος για να πούμε αντίο! (γέλια). Είναι μια απλή μικρή ιστορία, αλλά υπάρχουν χιλιάδες! Αν σκεφτώ όλες τις περιοδείες που κάναμε και όλα τα τρελά πράγματα που συνέβησαν, θα μπορούσα να γράψω βιβλίο κανονικά!

Ίσως να έπρεπε να γράψεις ένα βιβλίο με όλα αυτά, κάποια μέρα, ….Έπαιξες με τους BOLT THROWER σε μερικές περιοδείες το 1995. Σου άρεσε ο χρόνος που πέρασες με το συγκρότημα; Υπάρχει κάτι ξεχωριστό που θυμάσαι από εκείνη την εποχή;

Martin Van Drunen: Μου άρεσε πολύ. Ήταν μεγάλη τιμή. Ήταν δύο φανταστικές περιοδείες που έκανα μαζί τους. Δύο φορές για πέντε ή έξι εβδομάδες στη σειρά, πραγματικά εντατικές. Είναι υπέροχο να μοιράζεσαι τη σκηνή με αυτή τη πολεμική μηχανή και ξαφνικά να είσαι ο frontman της. Πρέπει να το βιώσεις ο ίδιος για να το καταλάβεις. Είμαι ο μόνος μαζί με τον Dave (σ.σ. Ingram) και τον Karl (σ.σ. Willets) που το έκαναν αυτό και νιώθω προνομιούχος. Έχω ακόμα επαφή μαζί τους. Όχι πολύ, καθώς έχουν αποτραβηχτεί λίγο, ειδικά μετά τον θάνατο του Martin (σ.σ. Kearns). Ήταν μια αξέχαστη στιγμή.
Αυτό που οι άνθρωποι ξεχνούν συχνά είναι μια λίγο θλιβερή ιστορία. Εγώ και ο  Martin μπήκαμε στο συγκρότημα μαζί. Ήμασταν και οι δύο καινούργιοι στο συγκρότημα και αυτό δημιούργησε έναν ιδιαίτερο δεσμό. Και οι δύο λεγόμασταν Martin και τα άλλα μέλη της μπάντας τον αποκαλούσαν «πιτσιρικά», καθώς ήταν μόλις δεκαεπτά χρόνων. Ήταν πολύ γενναίο αυτό που έκανε, δεν ήταν εύκολο. Οι υπόλοιποι πλησιάζαμε τα 30 (26,27,28 ετών). Όταν κάναμε περιοδείες, μερικές φορές κλείναμε δωμάτιο σε ξενοδοχεία για να έχουμε ένα σωστό μπάνιο σε σχέση με αυτό του λεωφορείου. Ήμασταν εκεί για περίπου επτά εβδομάδες και μοιραζόμασταν το ίδιο δωμάτιο. Έτσι, όταν έφυγε από τη ζωή, σκεφτόμουν όλες τις κοινές, ξεχωριστές αναμνήσεις που είχαμε. Είναι λυπηρό που έπρεπε να φύγει τόσο νωρίς, δεν είναι δίκαιο. Ζούσε μια καλή ζωή, σαν κανονικός άνθρωπος. Έκανε τα πάντα για το συγκρότημα, δεν έπαιρνε ναρκωτικά, ούτε έπινε πολύ. Είχε μια ελαφρά γρίπη και ξαφνικά, δεν ξύπνησε. Ήταν ένα τεράστιο σοκ. Θα τον θυμόμαστε πάντα και αυτός είναι ο λόγος που οι BOLT THROWER συνεχίζουν να τον σέβονται και δεν θέλουν να συνεχίσουν, ακόμα και αν ο κόσμος θέλει να τους ξαναδεί. Δεν θέλουν να το κάνουν χωρίς αυτόν. Αυτό είναι αξιοθαύμαστο και αυτή είναι, βασικά, η νοοτροπία των BOLT THROWER, οι αρχές, η πίστη.

– Indeed.

Πράγματι. Οι BOLT THROWER έδειξαν απόλυτο σεβασμό στον Martin Kearns. Ας προχωρήσουμε στους PESTILENCE και στα άλμπουμ «Consuming Impulse» και «Malleus Maleficarum». Πρωτοεμφανίστηκες και μας συστήθηκες μέσα σ’ αυτά τα δύο πολύ σημαντικά για το ευρωπαϊκό Death Metal άλμπουμ! Ποιό προτιμάς;

Martin Van Drunen: Προτιμώ το «Consuming Impulse», γιατί σε εκείνο το άλμπουμ εξελιχθήκαμε. Πάντα πίστευα ότι το «Malleus Maleficarum» ήταν ένα Thrash άλμπουμ, πολύ γρήγορο για να ονομαστεί Death Metal. Κάναμε τις ηχογραφήσεις σε στούντιο που ηχογραφούσαν μπάντες όπως οι DESTRUCTION, γεγονός που μπορείς να το αντιληφθείς στην παραγωγή σε αρκετές στιγμές. Όχι πως είναι κάτι κακό. Αν και το «Consuming Impulse» είναι ίσως λίγο παραπάνω γρήγορο, βρήκαμε το δικό μας Death Metal στυλ. Είναι πιο ολοκληρωμένο άλμπουμ και μου αρέσει πολύ περισσότερο.

HAIL OF BULLETS. Πώς προέκυψε η συμμετοχή σου στο συγκρότημα; Υπάρχει κάτι που θα ήθελες να μοιραστείς μαζί μας; Σίγουρα πρόκειται για supergroup!

Martin Van Drunen: Έτσι το αποκαλούσε ο κόσμος, supergroup, αλλά εμείς δεν το βλέπαμε έτσι. Ήταν πρωτοβουλία του Stephan Gebedi ο οποίος ήδη ασχολιόταν για περισσότερα από 20 χρόνια με τους THANATOS και μια μέρα μας είπε πως είχε μια ιδέα. Συναντηθήκαμε στο κέντρο της Ολλανδίας όπου έμενε ο μπασίστας για να γνωριστούμε καλύτερα. Ήμασταν όλοι στο ίδιο επίπεδο όσον αφορά το Death Metal. Το αστείο είναι ότι οι ASPHYX ξαναγεννήθηκαν το ίδιο βράδυ που συναντήθηκαν οι HAIL OF BULLETS. Έστειλα mail στον Bob (σ.σ. Baghus) μετά και του είπα πως ήξερα ότι ο Eric (σ.σ. Daniels) δεν ήθελε να επανενωθούμε, όμως κάθε χρόνο λαμβάναμε mail από το φεστιβάλ PARTY.SAN πως ο κόσμος θέλει να μας δει εκεί. Στην αρχή, δεν επιθυμούσε την επανένωση χωρίς τον Eric, αλλά μετά από μερικές εβδομάδες, σκέφτηκε ότι θα μπορούσαμε να δοκιμάσουμε. Καλέσαμε τον Paul (σ.σ. Baayens) στις πρόβες, παίξαμε μερικά τραγούδια και ταιριάξαμε φανταστικά! Ο Eric είναι πολύ απασχολημένος με τους SOULBURN. Κάναμε πράγματα με τους BLOOD COURT μαζί. Τότε δεν το σκεφτόταν καν να παίξει κιθάρα στο Metal χώρο, είχε μια εντελώς διαφορετική ζωή. Εδώ και τόσο καιρό συνεχίζουμε με τον Paul στις κιθάρες, δεν υπάρχει λόγος να αλλάξουμε. Και ο Eric δεν έχει πρόβλημα με αυτό. Σέβονται πολύ ο ένας τον άλλον. Ο Eric ήταν αυτός που μας είπε να συνεχίσουμε με τους ASPHYX. Δεν ήθελε να είναι η αιτία που θα σταματούσε το συγκρότημα. Είμαστε ακόμα φίλοι όλοι μας.

Τον Νοέμβριο του 2022 δώσατε την τελευταία συναυλία της περιοδείας των ASPHYX εδώ, στην Αθήνα. Η προηγούμενη ήταν πριν από 10 χρόνια περίπου. Πως σου φάνηκε η συναυλία; Παίξατε δεκαέξι τραγούδια από έξι άλμπουμ. Είδατε κάποια διαφορά στο ελληνικό κοινό συγκριτικά με τον υπόλοιπο κόσμο;

Martin Van Drunen: Περάσαμε πραγματικά καλά. Έχουν περάσει περίπου δέκα χρόνια από την τελευταία μας συναυλία στην Αθήνα στο An Club -που είναι μικρό-, αλλά αυτή, το 2022, ήταν η καλύτερη εμφάνισή μας εδώ. Το ελληνικό κοινό ήταν πραγματικά υπέροχο. Όχι μόνο κατά τη διάρκεια της συναυλίας, αλλά και πριν. Κάθε φορά που βρίσκουμε χρόνο πηγαίνουμε και μιλάμε λίγο με τους οπαδούς, βγάζουμε φωτογραφίες, υπογράψουμε αυτόγραφα κ.λ.π. Έτσι έγινε και στην Αθήνα. Και ήταν πολύ ωραίο, γιατί οι Έλληνες μεταλλάδες είναι σίγουρα ενθουσιώδεις, χωρίς όμως να ενοχλούν. Η όλη ατμόσφαιρα ήταν πολύ καλή! Και όταν βγήκαμε στη σκηνή, ξέφυγαν πραγματικά. Ήταν μια καταπληκτική συναυλία! Για την ακρίβεια, μετά τη συναυλία, ήμασταν τόσο κουρασμένοι που δεν μπορούσαμε να διασκεδάσουμε και να ξενυχτίσουμε άλλο. Έπρεπε να πάμε κατευθείαν στο ξενοδοχείο, να πιούμε δύο τελευταίες μπύρες εκεί, να κοιμηθούμε και να πάρουμε το αεροπλάνο την επόμενη μέρα για να φύγουμε.

Υπήρχαν δύο support σχήματα στη συναυλία σας, οι GENTIHAA και οι ABYSSUS. Οι ABYSSUS είναι πιο κοντά στο δικό σας στυλ. Παίζουν παλιομοδίτικο Death Metal. Κάποιο σχόλιο γι’αυτές τις μπάντες;

Martin Van Drunen: Πραγματικά έμεινα έκπληκτος! Η εμφάνιση των GENTIHAA ήταν εξαιρετική, τους το είπα και εγώ, απλά δεν είναι του γούστου μου. Οι ABYSSUS όχι μόνο έπαιξαν καλά, αλλά έχουν και ένα πολύ καλό άλμπουμ! Ήταν καλή απόφαση να παίξουν μαζί μας. Ξέρω τους NECROVOROS αλλά κάποιος μου είπε ότι διαλύθηκαν. Και μετά υπάρχουν οι SUICIDAL ANGELS, αλλά είναι πιο Thrash. Είναι καλοί μας φίλοι, ήρθαν για να πιούμε ένα ποτό μαζί και τους ξέρω εδώ και δέκα χρόνια, από όταν παίξαμε μαζί στο An Club. Ήταν μικρό συγκρότημα τότε, γνώρισα τον Νίκο (σ.σ. Μελισσουργό). Ήταν ντροπαλοί, κάτι για το οποίο τους πειράζω μερικές φορές. Υπάρχουν μερικές καλές μπάντες στην Ελλάδα.

Τι μπορούμε να περιμένουμε στο μέλλον από σένα προσωπικά; Έχεις κάποιους ιδιαίτερους στόχους που ακόμη δεν έχεις αποκαλύψει; Υπάρχει κάτι που δεν έχεις κάνει ως μουσικός;

Martin Van Drunen: Δεν έχουμε παίξει ακόμα σε όλες τις ηπείρους! Αυτή είναι μια πρόκληση. Δεν έχουμε πάει στην Ασία, για παράδειγμα. Ξέρω ότι υπάρχουν κάποιες προσφορές, αλλά ποτέ δεν μας έχουν προτείνει να πάμε στην Ιαπωνία. Μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά πάντα ήθελα να δω κάποια πράγματα στην Αφρική. Για τους Death Metallers, είναι πραγματικά δύσκολο να κλείσουν συναυλία εκεί. Πέρα από το γεγονός πως δεν νομίζω ότι ο κόσμος έχει αρκετά χρήματα στις τσέπες του για να παρακολουθήσει μια συναυλία. Ως συγκρότημα, πάντα θέλουμε να κάνουμε νέα πράγματα. Αν σταματήσεις να ονειρεύεσαι, μπορείς επίσης και να σταματήσεις να ζεις. Και συνεχίζουμε να βελτιώνουμε τις συναυλίες μας. Βάζουμε λίγο περισσότερα στοιχεία στο σόου. Για παράδειγμα, έχουμε βεγγαλικά και διάφορα τέτοια, όμως μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε μόνο όταν μετακινούμαστε οδικώς, καθώς στα αεροπλάνα δεν επιτρέπονται. Δεν μπορέσαμε να τα φέρουμε και στην Αθήνα, λόγω της πολιτικής της αεροπορικής εταιρείας. Μιλάμε για τέτοια πράγματα, αλλά βασικά όταν είσαι στη σκηνή τρελαίνεσαι με τη μουσική και ο κόσμος ακολουθεί….

Η μουσική σας τελικά, ξεπερνά τα πάντα!

Martin Van Drunen: Σωστά! Βλέπεις μερικές μπάντες που χρειάζονται όλα αυτά για να είναι καλή η συναυλία τους, αλλά αν απλώς ακούς τη μουσική τους, αυτή είναι βαρετή. Δεν θέλουμε να γίνουμε έτσι και δεν θα το κάνουμε ποτέ! Ακόμα και αν είμαι σε αναπηρικό καροτσάκι! (γέλια)

Ας ελπίσουμε ότι δεν θα είστε εκεί! Ο χρόνος πέρασε όμως… Martin Θέλω να σε ευχαριστήσω για όλα αυτά που μοιράστηκες μαζί μας! Τα τελευταία λόγια είναι δικά σου…

Martin Van Drunen: Κι εγώ ευχαριστώ. Μου άρεσε πολύ αυτή η συνέντευξη!

Συνέντευξη: Φιλομένη Ρήγα
Μετάφραση/Απόδοση στα Ελληνικά: Σοφία Μπαλή
Επιμέλεια Εξωφύλλου: Αλέξανδρος Σουλτάτος
Σχεδιασμός και Επιμέλεια Συνέντευξης: Αλέξανδρος Σουλτάτος
Φωτογραφίες: Negakinu, Saskia Gaulke
Ημερομηνία: 20 Μαΐου 2023
Διαδικτυακός Σύνδεσμος: ASPHYX – Επίσημη Σελίδα
Copyright © 2023 by THEGALLERY.GR

Αφήστε μια απάντηση